Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

Τιμώντας τις τρεις Χάριτες της Δημοκρατίας


Τιμώντας
τις τρεις Χάριτες της Δημοκρατίας
στον απόηχο της 7ης Ιουλίου 2020


τρεις γυναίκες που τίμησαν τη δημοσιογραφία, τη διαφάνεια, τη δικαιοσύνη,
κάνοντας απλά τη δουλειά τους, με εντιμότητα και αφοσίωση ...
Και ευτυχώς δεν είναι οι μόνες ...

Φαινόμενα διαφθοράς και παρακρατικών πρακτικών που υπήρχαν πάντα στην Ελλάδα και όχι μόνο, επί Μητσοτάκη επιδεικνύονται αναίσχυντα, παγιώνονται, νομιμοποιούνται, ενώ η πιστή και υγιής επαγγελματική συνέπεια
χρειάζεται αρετή και τόλμη μέχρις αυτοθυσίας.

Την κυρία Ελένη Τουλουπάκη

για τον εξαντλητικό έλεγχο μαρτυριών και ντοκουμέντων, σε συνεργασία μάλιστα με τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ, την εμήνυσαν οι Ανδρέας Λοβέρδος, Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος, Δημήτρης Αβραμόπουλος για κατάχρηση εξουσίας, παράβαση καθήκοντος, παράβαση του υπηρεσιακού απορρήτου, για σύσταση συμμορίας κ.λπ., ο Άδωνις την απειλεί με κάτεργα, την διασύρουν πολλοί και διάφοροι αργυρώνητοι.
Η κατάθεσή της στις 15-5-2020,  κατάθεση – ποταμός στον Άρειο Πάγο από τον οποίο κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις ως “ύποπτη τέλεσης” των παραπάνω αδικημάτων (δημοσιευμένη στο Left.gr, 05.06.2020) τα έχει όλα, γεγονότα, στοιχεία, αναφορά σε ντοκουμέντα και καταλήγει σε ένα συγκλονιστικό επίλογο, όπου υπερασπίζεται τον εαυτό της και τους συνεργάτες της δηλώνοντας ότι μόνο της κίνητρο είναι η κοινωνική δικαιοσύνη, η καταπολέμηση του ρατσισμού και της διαφθοράς με αναγνωρισμένα αποτελέσματα για τη χώρα μας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Οι εισαγγελείς Διαφθοράς έγιναν θύματα μιας ”συντονισμένης προσπάθειας υπηρεσιακής και ηθικής εξόντωσης με προφανή πολιτικά και οικονομικά κίνητρα, αλλά η πιο σημαντική συνέπεια αυτών των επιθέσεων είναι η ”ανεπανόρθωτη θεσμική βλάβη που προκαλείται όχι μόνο στην Εισαγγελία διαφθοράς αλλά στην ελληνική δικαιοσύνη γενικότερα ...”.
“...Ίσως τελικά να υπάρχει μια ανομολόγητη σκευωρία όσων έχουν λόγους να δρουν πέρα  από κάθε έλεγχο. Το βέβαιο όμως είναι ότι,

όπου οι κυνηγοί της διαφθοράς μετατρέπονται σε θηράματα των συμφερόντων,

 η διαφθορά θα ανθίζει ...”

 

Η κυρία Γιάννα Παπαδάκου

είχε παρόμοιες επιπτώσεις στην προσωπική της ζωή και στην εργασία της, επειδή ασκεί απτόητη την ερευνητική δημοσιογραφία με άκρως δυσάρεστα για ορισμένους ευρήματα τόσο στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, όσο και στην υπόθεση Νοβάρτις, ακόμη και αφού διέκοψαν την εξαιρετική εκπομπή της Checkpoint, που μετέδιδε η τηλεόραση του Άλφα στη μία πρωινή ώρα του Σαββάτου.
Για την αποκάλυψη της εμπλοκής Μιωνή στη λίστα, αλλά –όπως η ίδια εκτιμά- και για το σκάνδαλο Novartis, κλήθηκε να καταθέσει (να απολογηθεί μάλλον) στη Βουλή, μια πρωτοφανής, αντισυνταγματική και παράνομη ενέργεια για πολίτη με υπόδειξη της κ. Ράικου, η οποία υπήρξε εισαγγελέας διαφθοράς σε μια συγκυρία αιχμής για την υπόθεση, περίοδο κατά την οποία ο γιατρός σύζυγός της εισέπραττε παχυλά εμβάσματα από την Novartis.
 Στον Αμερικανό εισαγγελέα, που με προσέγγισε κάποτε και με ρώτησε «γιατί δεν ζητάτε μια συγγνώμη να τελειώνουμε» απάντησα πως δεν ζητάω για τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι γιατί έχω αξιοπρέπεια. Ο δεύτερος είναι γιατί είμαι Σπαρτιάτισσα κι αυτό με έχει καθορίσει και ο τρίτος είναι διότι λέω την αλήθεια.

Είμαι δημοσιογράφος και λέω την αλήθεια.”

 


Η κυρία Ξένη Δημητρίου
σε όλη την πορεία της και ακόμη και μετά τη συνταξιοδότησή της προσέφερε εξαιρετικές υπηρεσίες στη δικαιοσύνη, όσον αφορά μεγάλες υποθέσεις οικονομικής και πολιτικής διαφθοράς, λίστα Λαγκάρντ (υπόθεση Παπακωνσταντίνου), υπόθεση Ανδρέα Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ, για τη διόγκωση του ελλείμματος του 2009, χάρη στην οποία μπήκαμε στα μνημόνια, όσον αφορά την απόπειρα συγκάλυψης της υπόθεσης Novartis και από δικαστικούς λειτουργούς (όπως ο Αγγελής και η Ράικου).
Η κυρία Δημητρίου λοιδορήθηκε, δυσφημίστηκε, ενώ ορισμένα δημοσιογραφικά έντυπα, όπως η ίδια δήλωσε στο μήνυμα για την συνταξιοδότησή της, στοχοποίησαν  ακόμη και συγγενικά της πρόσωπα, “για να σπιλώσουν αυτήν την ανεπίληπτη πορεία” της των σαράντα και πλέον χρόνων στο δικαστικό σώμα. Δήλωσε επίσης ότι με την αφυπηρέτησή της θα πολεμήσει για τον εαυτό της, αλλά και ευρύτερα για το  θεσμό του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ώστε να ανακοπούν οι επιθέσεις εκείνων των μέσων που “παραβιάζουν κάθε κανόνα δεοντολογίας του δημοσιογραφικού λειτουργήματος” (Ρεπορτάζ της Μαρίας Δήμα στην Efsyn.gr της 30ης Ιουνίου 2019).
Θα λέγαμε, τέλος, ότι και οι τρεις κυρίες υλοποιούν μια υψηλής ποιότητας ανεξαρτησία από δεσμεύσεις, εξαρτήσεις, ανταποδοτικές υποχρεώσεις, με την έννοια που αποδίδει σ’ αυτήν την πολιτική επιλογή η κυρία Δημητρίου με την φράση:
 “Ανεξαρτησία δεν είναι απλά αυτό που λέει το Σύνταγμα, αλλά η εσωτερική ανεξαρτησία από τα πάντα, να είσαι μακριά και την ίδια ώρα να είσαι μέσα στην κοινωνία”.
Η βιογραφία όλων των έντιμων ανθρώπων διασχίζεται οριζοντίως και καθέτως από παρόμοιες καταστάσεις, έστω μικρότερης ή και μεγαλύτερης έκτασης και έντασης. Γιατί η διαφθορά έχει εμποτίσει και διαχέεται στην κοινωνία, στους θεσμούς, ακόμη και στις διαπροσωπικές σχέσεις ως ένα από τα αναπόφευγα αποτελέσματα εκείνων των διαμεσολαβήσεων (του κράτους, της θρησκείας, της απληστίας, της υποκρισίας αποδεκτών κοινωνικών συμπεριφορών, της άμετρης φιλοδοξίας, κλπ), που αποξενώνουν τον άνθρωπο από τον εαυτό του και τους άλλους ανθρώπους. 
Οι τρεις αυτές γυναίκες αυτοβιογραφούμενες, παρουσιάζοντας δηλαδή όχι όλες, αλλά μια τουλάχιστον σημαντική πλευρά της ζωής τους, αυτήν του επαγγέλματός τους, επιτελούν ένα επιπλέον κοινωνικό έργο, διαμορφώνουν ένα ανθρωπολογικό αφήγημα με σημαντικό κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, καθώς αναφέρονται στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο βιώνουν  την ύπαρξή τους, τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο βιώνουν τις, συνδιαλέγονται με τις και επενεργούν στις συγκεκριμένες συνθήκες της ύπαρξής τους, όπως αυτές διαμορφώνονται μέσα στην ιστορική και κοινωνικο - πολιτική συγκυρία. Ένα αφήγημα εξάλλου που αναδεικνύει το βαθύτερο κατά τη γνώμη μου θέμα της κοινωνιολογίας, τη διαλεκτική σχέση αναγκαιότητας και ελευθερίας στη ζωή των ανθρώπων.
Η εικόνα που μας αντιγυρίζουν είναι εικόνα αγωνιστικής αισιοδοξίας, ότι η βαρβαρότητα είναι άγρια αλλά όχι παντοδύναμη, ότι δεν είμαστε μόνοι και δεν είναι μόνες.


Κυριακή 10 Μαΐου 2020

O Μαρξ για την άρνηση του Θεού



Θ. Ανθογαλίδου

O Μαρξ για την άρνηση του Θεού

4 Μαΐου 2020

Je suis athée, Dieu merci![1]

Αυτό το προκλητικό παράδοξο σαρκάζει παιχνιδιάρικα την άρνηση του Θεού, που μπορεί να συνυπάρχει με την απωθημένη επιθυμία του. Στην προσπάθειά μας να εξηγήσουμε ή να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις πιο ζοφερές πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης αναζητούμε ενίοτε, ακόμη και οι πιο ορθολογιστές, μια συναισθηματική στήριξη στη μεταφυσική, σε οντότητες πέρα και πάνω από τα ανθρώπινα, που όχι μόνο μπορούν να μας προστατέψουν από τα διάφορα δεινά που μας επιφυλάσσει η ατομική και κοινωνική ύπαρξή μας, αλλά να μας προσφέρουν επίσης την υπόσχεση μιας μετά θάνατον συνέχειας, που μας παρηγορεί για το αναπόφευγο τέλος της επίγειας ζωής μας. Αν και το πέρασμα από τέτοια συναισθήματα για τους όποιους θιασώτες του ορθού λόγου είναι σύντομο και γεμάτο αμφιβολίες, πολλοί άνθρωποι για πολλούς λόγους εμμένουν στην πίστη τους στο Θεό και αντιπαλεύουν κάθε διάθεση κριτικής ή άρνησής του.

Μια πιο σοφιστικέ ερμηνεία δε θα αμφισβητούσε την ύπαρξη του Θεού, αλλά την καλοσύνη του: Είμαι άθεος, δηλαδή αρνητής του θεού (με την έννοια της αντιπαλότητας), χάρη στον ίδιο, εξαιτίας του, επειδή -όπως το διατυπώνει ο Σταντάλ, συγγραφέας του περίφημου μυθιστορήματος Το κόκκινο και το μαύρο -, “είναι ένας μοχθηρός άρχοντας και σαν τέτοιος είναι γεμάτος με σκέψεις εκδίκησης. Η Βίβλος του δε μιλάει παρά για σκληρές τιμωρίες. Ποτέ δεν τον αγάπησα, δε θέλησα καν να πιστέψω ποτέ ότι τον αγάπησε κανείς ειλικρινά”[2].

Στα πλαίσια της ρεαλιστικής μεθόδου του Μαρξ, το ερώτημα της ύπαρξης ή μη ύπαρξης του Θεού, μιας υπερφυσικής οντότητας που δημιούργησε τον κόσμο, αντιμετωπίζεται ως μια από τις πολλές εκδοχές της μεταφυσικής.
Σε όλες αυτές τις θεωρίες υπάρ­χουν κάποια πρωταρχικά αξιώματα, που δεν μπορούν να θεμε­λιωθούν θεωρητικά με επιστημο­νικά επιχειρήματα, γιατί πάντα θα φτάνουμε σε ένα πρω­ταρχικό αναπόδεικτο, π.χ. στο αναπόδεικτο της ύπαρξης του θεού ή των πλατωνικών ιδεών, ότι δηλαδή οι ιδέες είναι οι τέλειες, άφθαρτες και αμετάβλητες νοητές οντότητες και ο κόσμος στον οποίο ζούμε απλό αντίγραφό τους, σκιές στον τοίχο του σπηλαίου. Επομένως αυτά τα πρωταρχικά αξιώματα δεν είναι σε θέση να στηρίξουν πραγματικά ούτε τη γνώση ούτε τη ζωή των ανθρώπων.

Το θεμελιωδέστερο αξί­ωμα στη μαρ­ξική θεωρία είναι η προΰπαρξη της ύλης και του ανθρώπου ως βιο­λογικού όντος, η προΰπαρξη δηλαδή των δύο πόλων της φύ­σης, ως προς την εργασία, την κοινω­νία και τη σκέψη. Γι­’ αυτό και όλη η ιστορία του ανθρώπου είναι η ιστορία των σχέσεών του με τη φύση και τους άλλους αν­θρώπους, για την ικανοποί­ηση των αναγκών του. Είναι ένα αξίωμα που δε χρειάζεται οποιαδήποτε θεωρητική θεμελίωση με επιστημονικά επιχειρήματα, δε χρειάζεται να αποδείξουμε την ύπαρξη του  κόσμου ή των ανθρώπων, καθώς έχουμε την άμεση επίγνωσή τους, σκοντάφτουμε πάνω τους. Η κοι­νωνική συνείδηση, που προκύ­πτει από την πρωτογενή σχέση των ανθρώπων με τη φύση και τους άλλους ανθρώπους, δε χρειάζε­ται κα­νένα διαμεσολαβητή για να υπάρχει. Οι άνθρωποι γνωρί­ζουν ότι για να ζήσουν πρέ­πει να ενεργήσουν επάνω στην προϋπάρ­χουσα φύση, ότι δημιουργούν συνε­χώς τη ζωή τους με προϋπάρχοντα υλικά και σ’ αυτή την κοινωνική γνώση, την αυτεπίγνωση του ανθρώπου ως δη­μιουργού της ζωής του, δε χρειάζεται κανένας εγγυητής. Η ίδια η ανθρώ­πινη ιστορία και η καθημερινή ζωή καταφά­σκουν σ’ αυτή τη γνώση. Ακόμη και η αξία της ανθρώ­πινης ελευ­θερίας, στην οποία ο Μαρξ αντα­ποκρίθηκε ως προς το βα­σικό καθήκον που του έθετε η εποχή του, είναι απόρροια αυ­τής ακριβώς της ιστορικής και κοινωνι­κής γνώσης. Αντί­θετα η διαμεσο­λάβηση της Ιδέας, του Πνεύ­ματος, του Θεού συσκοτίζει και μπερδεύει αυτή την ιστορική και συγ­χρόνως άμεση γνώση, αποξενώνο­ντας τον άνθρωπο από τον ίδιο τον εαυτό του. Γι’ αυτό ο Μαρξ λέει ότι όλα τα μυστήρια της φιλο­σο­φίας διαλύονται μέσα στην πρακτική δραστηριό­τητα του ανθρώπου, που είναι η μοναδική πηγή γνώσης.

Η υλιστική διαλεκτική δε χρειάζεται να αποδεί­ξει τα αξιώματά της, δε χρειάζεται τον αθεϊσμό, την άρνηση του Θεού“ για να επιβεβαιώσει με την άρνηση αυτή την ύπαρξη του ανθρώπου. Ο σοσιαλισμός δεν αναζητά πια  μια τέτοια παρα­καμπτήριο μέθοδο. Ο σοσια­λισμός αρ­χίζει από τη θεωρητική και πρακτική αι­σθητή συ­νείδηση του ανθρώπου και της φύσης σαν ου­σιαστικών πραγμάτων”[3].

Θα έλεγα, επεκτείνοντας αυτό το συλλογισμό, ότι δε χρει­άζεται να αντιπαλέψουμε ξένες προς τα ανθρώπινα οντότητες (το Θεό, το Λόγο, τις Ιδέες ή τις ενύπαρκτες στα πράγματα ουσίες, μια αριστοτελική εκδοχή του χριστιανισμού), για να επιβεβαιώ­σουμε την ύπαρξη του ανθρώπου στον κόσμο. Εκείνος που πρέπει να αποδείξει τα αξιώματά του εί­ναι ο ιδεαλισμός, γιατί παρεισάγει στην αν­θρώπινη ιστο­ρία στοιχεία ξένα προς αυτήν και αναφομοίωτα από τον άν­θρωπο[4].



Για τη μέθοδο του Μαρξ και το ρεαλισμό της μαρξικής μεθόδου βλ. μια πολύ πιο εκτεταμένη ανάλυση στο βιβλίο μου: Ανθογαλίδου Θ., 2004 (β΄έκδ., σσ. 152-174) Κοινωνιολογικές Μελέτες. Πυγμαλίων




[1] Είμαι άθεος, δόξα τω Θεώ. Αποδίδεται στον γερμανό φυσικό και συγγραφέα Georg Christoph Lichtenberg (1742-1799), που κατέλαβε την πρώτη έδρα πειραματικής φυσικής στη Γερμανία. Μπορεί όμως να την συμπεριέλαβε απλώς σε κάποια λίστα αποφθεγμάτων, δεν είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω καμία από τις δύο πληροφορίες.

[2] Si je trouve le dieu des chrétiens, je suis perdu : c'est un despote et comme tel, il est rempli d'idées de vengeance ; Sa Bible ne parle que de punition atroce. Je ne l'ai jamais aimé ; je n'ai même jamais voulu croire qu'on l'aimât sincèrement.

[3] Κ. Ι975, Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα. Εκ­δό­σεις Γλάρος: 139-140.

[4] λ. και Κολακόφσκι Λ 1992, “Ο Καρλ Μαρξ και ο κλασικός ορι­σμός της αλήθειας”. Περιοδικό Θεωρία και Κοινωνία, τό­μος 6ος/Ιανουάριος 1992: 300).